Equilibrium
[iikuiLIbriam] ουσ. ισορροπία: in a state of equilibrium σε κατάσταση ισορροπίας
Έννοια που χρησιμοποιώ συχνά, ιδιαίτερα όταν αγχωμένοι άνθρωποι με σπρώχνουν να παρέμβω σε οτιδήποτε. Τα περισσότερα πράγματα ακολουθούν μόνα τους μια πορεία προς μια κατάσταση φυσικής ισορροπίας. Προτιμώ οι μόνες παρεμβάσεις που κάνω να είναι για να διευκολύνω τα πράγματα να φτάσουν σε αυτό το σημείο και όχι για να τα κατευθύνω κάπου αλλού.
Τον αγγλικό όρο τον βρήκα στο in.gr και είναι πράγματι πολύ ωραία λέξη...