Chess, anyone?
Χρόνος: Χίλια-εννιακόσια-ογδόντα-κάτι.
Τόπος: Πειραιάς, στο μοναδικό τότε μαγαζί μιας μετέπειτα μεγάλης αλυσίδας λιανικής πώλησης Η/Υ και περιφερειακών.
Πρόσωπα: εκείνοι κι εγώ.
Ρόλοι: εκείνοι ήταν επίδοξοι πελάτες κι εγώ ήμουν της προσκολλήσεως.
Επεξήγηση: την εποχή εκείνη, ελλείψει επαγγελματιών στο χώρο των μικροϋπολογιστών, κυριαρχούσαν οι χομπίστες. Όχι πως δεν υπήρχαν επαγγελματίες, απλώς προτιμούσαν να δουλεύουν με τα “μεγάλα σίδερα” και δεν ασχολιόντουσαν με τα “παιχνίδια”.
Όσοι απ’ τους χομπίστες, λοιπόν, διαθέταμε περιορισμένο βαλάντιο, δημιουργούσαμε ένα είδος συμβιωτικής σχέσης με τα ελάχιστα μαγαζιά του χώρου. Εμείς προσφέραμε εθελοντική εργασία και τα μαγαζιά προσέφεραν πρόσβαση σε μηχανήματα και προγράμματα. Εμείς πειραματιζόμαστε με το “σπάσιμο” του copy protection για την πλάκα μας, και τα μαγαζιά έφτιαχναν δεκάδες αντίγραφα των “σπασμένων” προγραμμάτων και τα πούλαγαν στους πελάτες τους.
Η κατάσταση αυτή είχε τις εξής επιπτώσεις:
- έκπληκτες οι εταιρείες software του εξωτερικού παρατηρούσαν ότι ακόμα και τα πλέον ευπώλητα προγράμματά τους διέθεταν στην Ελλάδα ακριβώς ένα κομμάτι, ποτέ μηδέν ή δύο…
- η πρώτες γενιές των ενασχολουμένων με τους προσωπικούς υπολογιστές στην Ελλάδα συνήθισαν στην ιδέα ότι το hardware πληρώνεται ακριβά, ενώ το software διατίθεται δωρεάν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται…
Θα θυμάμαι αυτήν την εποχή ως το Far West της εγχώριας πληροφορικής, με την έννοια ότι υπήρχε μια διαρκής ρευστότητα ανάμεσα στη νομιμότητα και στην παρανομία, όπως ακριβώς στο Far West ο παράνομος στη μία πολιτεία, άμα κουραζότανε από το κυνηγητό, πήγαινε και γινόταν σερίφης στη διπλανή.
Επανέρχομαι λοιπόν στην ιστορία μας.
Είναι απόγευμα και έχουν μπει στο μαγαζί δυο πιτσιρικάδες με σκοπό ν’ αγοράσουν ένα μικροϋπολογιστή. Τους ρωτάω διακριτικά για το διαθέσιμο budget και καταλήγω να τους δείχνω το περίφημο ZX-Spectrum, “a compact, powerful and innovatively designed home-computer with a Zilog Z80A CPU running at 3.5 MHz, 16KB ROM and 48KB RAM” ! Οι πιτσιρικάδες το κοιτάνε με μισό μάτι και μου ζητάνε κάτι πιο εκλεκτό…
Αρχίζω να τους μιλάω για το AMSTRAD CPC 464, ένα “ολοκληρωμένο σύστημα με δικό του monitor κι ενσωματωμένο κασσετόφωνο”, Zilog Z80A CPU @ 4 MHz και 64KB RAM. Οι πιτσιρικάδες φαίνονται να δείχνουν ενδιαφέρον. Ο ένας κοιτάζει με περιέργεια το demo μηχάνημα και με ρωτάει συνέχεια για τα διαθέσιμα παιχνίδια, ενώ ο άλλος διαβάζει εμβριθώς το PROGRAMMER’S REFERENCE MANUAL της ενσωματωμένης BASIC. Περιττό να πω ότι έχω αρχίσει να θεωρώ το δεύτερο τύπο ως αδελφή ψυχή!
Ο πρώτος όμως μονοπωλεί τη συζήτηση. “To ARCANOID υπάρχει;”, “Το GAUNTLET υπάρχει;”, “Το CAULDRON υπάρχει;”, “Το MANIC MINER υπάρχει;”, “Είναι τόσο καλό όσο του Spectrum;” και πάει λέγοντας. Ξαφνικά ο δεύτερος σπάει τη σιωπή του και λέει στο φίλο του: “Ρε συ, αυτός παίζει και σκάκι!”
Γύρισα και τον κοίταξα με απορία. Και βέβαια ο υπολογιστής έπαιζε σκάκι, αλλά γιατί ο τύπος το ανακοίνωσε αφού διάβασε το REFERENCE MANUAL της BASIC; Τι μπορεί να βρήκε εκεί μέσα που να του έδωσε αυτήν την ιδέα; Δεν άντεξα και τον ρώτησα ευθέως:
- Πού είδες ότι παίζει σκάκι;
- Το διάβασα εδώ.
- Μα αυτό είναι το manual της γλώσσας προγραμματισμού !
- Ορίστε, δες και μόνος σου, έχει εντολή Ροκέ…
Και μου έδωσε το manual ανοιχτό στη σελίδα όπου περιγραφόταν η εντολή Poke !
Technorati Tags:
history,
humor